Η βερτισιλλίωση της ελιάς είναι αδρομύκωση οφειλόμενη στον μύκητα Verticillium dahliae. Είναι η σοβαρότερη μυκητολογική ασθένεια εδάφους της ελιάς. Ο μύκητας αναφέρθηκε πρώτη φορά το 1913 σε ασθενή φυτά ντάλιας στην Γερμανία από τον Klebahn. Ο μύκητας Verticillium dahliae είναι ένα από τα σπουδαιότερα παθογόνα του αγγειακού συστήματος των ανώτερων φυτών. Το εύρος των ξενιστών του μύκητα είναι αρκετά μεγάλο. Προσβάλει: δασικά δένδρα, οπωροφόρα, ψυχανθή, φυτά μεγάλης καλλιέργειας, λαχανοκομικά καλλωπιστικά και ζιζάνια. Στην Ελλάδα η ασθένεια στην ελιά διαπιστώθηκε και μελετήθηκε πρώτη φορά από τον Ζάχο στην Στυλίδα Φθιώτιδας το 1952. Από τότε έχει παρατηρηθεί σε όλη τη χώρα όπου υπάρχουν ελαιώνες.
Οι επιτραπέζιες ποικιλίες είναι περισσότερο ευαίσθητες καθώς και τα νεαρά δενδρύλλια σε σχέση με τα μεγαλύτερης ηλικίας. Η βερτισιλλίωση προκαλεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές ζημίες στους ελαιώνες των ευαίσθητων ποικιλιών όπως η Τσουνάτη, η Καλαμών, η Αμφίσσης κ.α. Δεν είναι σπάνια η περίπτωση σημαντικών προσβολών και στην πρακτικά ανθεκτική ποικιλία της Κορωνέικης, κάτω από συνθήκες ευνοϊκές για τη μόλυνση και την ανάπτυξη μολύσματος.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ:
Τα συμπτώματα της βερτισιλλίωσης μερικές φορές μπορεί να συγχέονται με τα συμπτώματα των αδροβακτηριώσεων, ασθενειών ριζικού συστήματος κτλ. Τα συμπτώματα της βερτισιλλίωσης είναι πολύ όμοια στους διάφορους ξενιστές του παθογόνου. Στο σύνδρομο των συμπτωμάτων περιλαμβάνονται: μαρασμός φύλλων, νεκρωτικές κιτρινομπρούτζινες κηλίδες που καταλήγουν σε νέκρωση και πτώση των φύλλων, καστανός μεταχρωματισμός των αγγείων του ξύλου και νανισμός.
Στην ελιά, η βερτισιλλιωση προσβάλει δένδρα κάθε ηλικίας στους ελαιώνες και στα φυτώρια. Η ασθένεια παρατηρείται σποραδικά και σε μεμονωμένα δένδρα του ελαιώνα, σπάνια όμως εμφανίζεται υπό γενικευμένη μορφή σε ομάδα ή στο σύνολο των δένδρων του ελαιώνα. Τα μακροσκοπικά συμπτώματα με τα οποία εκδηλώνεται η ασθένεια ποικίλουν ανάλογα με την εποχή, την ποικιλία και από χρόνο σε χρόνο. Ιδιαίτερα έντονα συμπτώματα παρατηρούνται κατά το στάδιο της άνθησης. Το παθογόνο έχει την δυνατότητα να προσβάλει τα ελαιόδεντρα καθ’όλη την διάρκεια του χρόνου με εξαίρεση την θερμή και την ψυχρή περίοδο. Η ασθένεια παρατηρείται με δυο μορφές. Η πρώτη είναι το σύνδρομο του απότομου μαρασμού ή της αποπληξίας και η άλλη είναι το σύνδρομο της βραδείας αποξήρανσης.
Α) Σύνδρομο του απότομου μαρασμού ή της αποπληξίας:
Η αποπληξία εμφανίζεται συνήθως στα φυτώρια σε δενδρύλλια μικρής ηλικίας και στα νεαρά δένδρα στον αγρό. Τα φύλλα μερικών κλάδων καρουλιάζουν ή συστρέφονται και τελικά ξηραίνονται γρήγορα χωρίς να πέφτουν από τους κλάδους, παραμένοντας έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα σε αυτούς. Αρχικά τα φύλλα των προσβεβλημένων κλάδων χάνουν το βαθύ πράσινο χρώμα τους, γίνονται άτονα πράσινα, θαμπά και στη συνεχεία καστανά, ενώ συγχρόνως συστρέφονται κατά μήκος προς τη κάτω επιφάνεια σχηματίζοντας έτσι ένα «σωλήνα». Είναι εύθρυπτα και πέφτουν με την παραμικρή επαφή, με εξαίρεση τα φύλλα της κορυφής. Την άνοιξη, τα άνθη και οι νεαροί καρποί ξεραίνονται γρήγορα και παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω στα κλαδιά. Η αποπληξία χαρακτηρίζεται από ταχεία ξήρανση των κλάδων και βραχιόνων ή την νέκρωση ολόκληρων των ελαιόδεντρων και αναπτύσσεται από αργά τον χειμώνα μέχρι νωρίς την άνοιξη. Η αποπληξία εκδηλώνεται πιο συχνά σε δένδρα που έχουν προσβληθεί τον προηγούμενο χρόνο.
Β) Σύνδρομο της βραδείας αποξήρανσης:
Η βραδεία ξήρανση εκδηλώνεται ημιπληγικά και βαθμιαία. Τα φύλλα των προσβεβλημένων κλάδων γίνονται χλωρωτικά ή κίτρινα και τελικά ξηραίνονται και πέφτουν με αποτέλεσμα την αποφύλλωση και τη ξήρανση των κλάδων αυτών. Η βραδεία αποξήρανση αναπτύσσεται σταδιακά από αργά την άνοιξη έως νωρίς το καλοκαίρι και χαρακτηρίζεται από νέκρωση των φύλλων και ανθοταξιών και ξήρανση των κλάδων. Τα προσβεβλημένα ελαιόδεντρα αντιδρούν έντονα στην μόλυνση του μύκητα. Βραχίονες, ή ολόκληρη η κόμη των δένδρων μπορεί να μαραθεί σε μια περίοδο. Πολλές φορές πάνω στους ξηρούς κλάδους εμφανίζονται νεαροί βλαστοί, ασθενικοί, με μικρά και χλωρωτικά φύλλα. Οι βλαστοί αυτοί οδηγούνται σύντομα σε ξήρανση.
Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της βερτισιλλίωσης είναι ο τεφρομέλανος, δηλαδή, ο μεταχρωματισμός του κεντρικού κυλίνδρου του προσβεβλημένου κλάδου. Αυτός ο μεταχρωματισμός κατά μήκος της τομής εμφανίζεται σαν ράβδωση, ενώ σε εγκάρσια τομή με μορφή διακριτών στιγμάτων.
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Ο μύκητας επιβιώνει στο έδαφος και μπορεί να προσβάλει ελαιόδεντρα οποιαδήποτε εποχή. Η μόλυνση των δένδρων γίνεται από το έδαφος μέσω του ριζικού συστήματος και είναι πιο έντονη όσο πιο άφθονο είναι το μόλυσμα.
Το μόλυσμα διατηρείται και αυξάνει στο έδαφος είτε με την συγκαλλιέργεια ευαίσθητων καλλιεργούμενων φυτών όπως πατάτα, τομάτα κ.α. είτε σε αυτοφυείς ξενιστές. Ο μύκητας διατηρείται στο έδαφος για μεγάλο χρονικό διάστημα με τα μικροσκληρώτιά του τα οποία μπορούν να επιβιώσουν μέχρι και 14 χρόνια. Τα μικροσκληρώτια είναι μυκηλιακοί σχηματισμοί διάφορων σχημάτων και μεγεθών που αναπτύσσονται όταν βρεθούν σε κατάλληλες συνθήκες.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ:
Η αντιμετώπιση της βερτισιλλίωσης δεν είναι δυνατή με μυκητοκτόνα. Η καταπολέμηση του παθογόνου είναι πολύ δύσκολη εξαιτίας της παραγωγής μικροσκληρώτιων στα φυτικά υπολείμματα που βρίσκονται στην επιφάνια ή σε κάποιο μικρό βάθος. Οι κυριότεροι τρόποι αντιμετώπισης της ασθένειας είναι:
• Πριν την εγκατάσταση του ελαιώνα θα πρέπει να ελέγχεται αν κατά τα προηγούμενα χρόνια είχαν καλλιεργηθεί φυτά ξενιστές του παθογόνου και να αποφεύγεται η εγκατάσταση σε τέτοια χωράφια,
• Χρησιμοποίηση ανθεκτικών ποικιλιών. Το αμερικανικό υποκείμενο Oblonga δίνει καλά αποτελέσματα αντοχής στο παθογόνο, καθώς και οι ποικιλίες Κορωνέικη, και Manzanila,
• Απολύμανση του εδάφους με ατμό ή με ηλιοαπολύμανση,
• Εφαρμογή καλλιεργητικών μέτρων. Μερικά από αυτά είναι:
α. Ισορροπημένη λίπανση,
β. Η ασβέστωση των όξινων ή ουδέτερων εδαφών ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες οξύτητας που δεν ευνοούν την ανάπτυξη του παθογόνου,
γ. Μείωση των αρδεύσεων, η υπερβολική υγρασία αυξάνει την ποσότητα του μολύσματος,
δ. Αποφυγή συγκαλλιέργειας με ευπαθή είδη – ξενιστές,
• Χρήση βιολογικών σκευασμάτων. Μερικοί από αυτούς είναι: ο ασκομύκητας Talaromyces flavus είδη των βακτηριών Flavobacterium και Glucobacterium κ.α…
Παναγιώτης Πετρίδης
Γεωπόνος Τ.Ε.
Οι επιτραπέζιες ποικιλίες είναι περισσότερο ευαίσθητες καθώς και τα νεαρά δενδρύλλια σε σχέση με τα μεγαλύτερης ηλικίας. Η βερτισιλλίωση προκαλεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές ζημίες στους ελαιώνες των ευαίσθητων ποικιλιών όπως η Τσουνάτη, η Καλαμών, η Αμφίσσης κ.α. Δεν είναι σπάνια η περίπτωση σημαντικών προσβολών και στην πρακτικά ανθεκτική ποικιλία της Κορωνέικης, κάτω από συνθήκες ευνοϊκές για τη μόλυνση και την ανάπτυξη μολύσματος.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ:
Τα συμπτώματα της βερτισιλλίωσης μερικές φορές μπορεί να συγχέονται με τα συμπτώματα των αδροβακτηριώσεων, ασθενειών ριζικού συστήματος κτλ. Τα συμπτώματα της βερτισιλλίωσης είναι πολύ όμοια στους διάφορους ξενιστές του παθογόνου. Στο σύνδρομο των συμπτωμάτων περιλαμβάνονται: μαρασμός φύλλων, νεκρωτικές κιτρινομπρούτζινες κηλίδες που καταλήγουν σε νέκρωση και πτώση των φύλλων, καστανός μεταχρωματισμός των αγγείων του ξύλου και νανισμός.
Στην ελιά, η βερτισιλλιωση προσβάλει δένδρα κάθε ηλικίας στους ελαιώνες και στα φυτώρια. Η ασθένεια παρατηρείται σποραδικά και σε μεμονωμένα δένδρα του ελαιώνα, σπάνια όμως εμφανίζεται υπό γενικευμένη μορφή σε ομάδα ή στο σύνολο των δένδρων του ελαιώνα. Τα μακροσκοπικά συμπτώματα με τα οποία εκδηλώνεται η ασθένεια ποικίλουν ανάλογα με την εποχή, την ποικιλία και από χρόνο σε χρόνο. Ιδιαίτερα έντονα συμπτώματα παρατηρούνται κατά το στάδιο της άνθησης. Το παθογόνο έχει την δυνατότητα να προσβάλει τα ελαιόδεντρα καθ’όλη την διάρκεια του χρόνου με εξαίρεση την θερμή και την ψυχρή περίοδο. Η ασθένεια παρατηρείται με δυο μορφές. Η πρώτη είναι το σύνδρομο του απότομου μαρασμού ή της αποπληξίας και η άλλη είναι το σύνδρομο της βραδείας αποξήρανσης.
Α) Σύνδρομο του απότομου μαρασμού ή της αποπληξίας:
Η αποπληξία εμφανίζεται συνήθως στα φυτώρια σε δενδρύλλια μικρής ηλικίας και στα νεαρά δένδρα στον αγρό. Τα φύλλα μερικών κλάδων καρουλιάζουν ή συστρέφονται και τελικά ξηραίνονται γρήγορα χωρίς να πέφτουν από τους κλάδους, παραμένοντας έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα σε αυτούς. Αρχικά τα φύλλα των προσβεβλημένων κλάδων χάνουν το βαθύ πράσινο χρώμα τους, γίνονται άτονα πράσινα, θαμπά και στη συνεχεία καστανά, ενώ συγχρόνως συστρέφονται κατά μήκος προς τη κάτω επιφάνεια σχηματίζοντας έτσι ένα «σωλήνα». Είναι εύθρυπτα και πέφτουν με την παραμικρή επαφή, με εξαίρεση τα φύλλα της κορυφής. Την άνοιξη, τα άνθη και οι νεαροί καρποί ξεραίνονται γρήγορα και παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω στα κλαδιά. Η αποπληξία χαρακτηρίζεται από ταχεία ξήρανση των κλάδων και βραχιόνων ή την νέκρωση ολόκληρων των ελαιόδεντρων και αναπτύσσεται από αργά τον χειμώνα μέχρι νωρίς την άνοιξη. Η αποπληξία εκδηλώνεται πιο συχνά σε δένδρα που έχουν προσβληθεί τον προηγούμενο χρόνο.
Β) Σύνδρομο της βραδείας αποξήρανσης:
Η βραδεία ξήρανση εκδηλώνεται ημιπληγικά και βαθμιαία. Τα φύλλα των προσβεβλημένων κλάδων γίνονται χλωρωτικά ή κίτρινα και τελικά ξηραίνονται και πέφτουν με αποτέλεσμα την αποφύλλωση και τη ξήρανση των κλάδων αυτών. Η βραδεία αποξήρανση αναπτύσσεται σταδιακά από αργά την άνοιξη έως νωρίς το καλοκαίρι και χαρακτηρίζεται από νέκρωση των φύλλων και ανθοταξιών και ξήρανση των κλάδων. Τα προσβεβλημένα ελαιόδεντρα αντιδρούν έντονα στην μόλυνση του μύκητα. Βραχίονες, ή ολόκληρη η κόμη των δένδρων μπορεί να μαραθεί σε μια περίοδο. Πολλές φορές πάνω στους ξηρούς κλάδους εμφανίζονται νεαροί βλαστοί, ασθενικοί, με μικρά και χλωρωτικά φύλλα. Οι βλαστοί αυτοί οδηγούνται σύντομα σε ξήρανση.
Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα της βερτισιλλίωσης είναι ο τεφρομέλανος, δηλαδή, ο μεταχρωματισμός του κεντρικού κυλίνδρου του προσβεβλημένου κλάδου. Αυτός ο μεταχρωματισμός κατά μήκος της τομής εμφανίζεται σαν ράβδωση, ενώ σε εγκάρσια τομή με μορφή διακριτών στιγμάτων.
ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Ο μύκητας επιβιώνει στο έδαφος και μπορεί να προσβάλει ελαιόδεντρα οποιαδήποτε εποχή. Η μόλυνση των δένδρων γίνεται από το έδαφος μέσω του ριζικού συστήματος και είναι πιο έντονη όσο πιο άφθονο είναι το μόλυσμα.
Το μόλυσμα διατηρείται και αυξάνει στο έδαφος είτε με την συγκαλλιέργεια ευαίσθητων καλλιεργούμενων φυτών όπως πατάτα, τομάτα κ.α. είτε σε αυτοφυείς ξενιστές. Ο μύκητας διατηρείται στο έδαφος για μεγάλο χρονικό διάστημα με τα μικροσκληρώτιά του τα οποία μπορούν να επιβιώσουν μέχρι και 14 χρόνια. Τα μικροσκληρώτια είναι μυκηλιακοί σχηματισμοί διάφορων σχημάτων και μεγεθών που αναπτύσσονται όταν βρεθούν σε κατάλληλες συνθήκες.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ:
Η αντιμετώπιση της βερτισιλλίωσης δεν είναι δυνατή με μυκητοκτόνα. Η καταπολέμηση του παθογόνου είναι πολύ δύσκολη εξαιτίας της παραγωγής μικροσκληρώτιων στα φυτικά υπολείμματα που βρίσκονται στην επιφάνια ή σε κάποιο μικρό βάθος. Οι κυριότεροι τρόποι αντιμετώπισης της ασθένειας είναι:
• Πριν την εγκατάσταση του ελαιώνα θα πρέπει να ελέγχεται αν κατά τα προηγούμενα χρόνια είχαν καλλιεργηθεί φυτά ξενιστές του παθογόνου και να αποφεύγεται η εγκατάσταση σε τέτοια χωράφια,
• Χρησιμοποίηση ανθεκτικών ποικιλιών. Το αμερικανικό υποκείμενο Oblonga δίνει καλά αποτελέσματα αντοχής στο παθογόνο, καθώς και οι ποικιλίες Κορωνέικη, και Manzanila,
• Απολύμανση του εδάφους με ατμό ή με ηλιοαπολύμανση,
• Εφαρμογή καλλιεργητικών μέτρων. Μερικά από αυτά είναι:
α. Ισορροπημένη λίπανση,
β. Η ασβέστωση των όξινων ή ουδέτερων εδαφών ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες οξύτητας που δεν ευνοούν την ανάπτυξη του παθογόνου,
γ. Μείωση των αρδεύσεων, η υπερβολική υγρασία αυξάνει την ποσότητα του μολύσματος,
δ. Αποφυγή συγκαλλιέργειας με ευπαθή είδη – ξενιστές,
• Χρήση βιολογικών σκευασμάτων. Μερικοί από αυτούς είναι: ο ασκομύκητας Talaromyces flavus είδη των βακτηριών Flavobacterium και Glucobacterium κ.α…
Παναγιώτης Πετρίδης
Γεωπόνος Τ.Ε.